Τι λέει η Βίβλος πολιτική ανυπακοή – Όλα τα εδάφια της Βίβλου για πολιτική ανυπακοή

Αυτά είναι τα εδάφια της Βίβλου για τα οποία μιλάνε πολιτική ανυπακοή

Πράξεις Αποστόλων 5 : 29
29 Και αποκρινόμενος ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.

Προς Ρωμαίους 13 : 1 – 7
1 ΚΑΘΕ ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες· επειδή, δεν υπάρχει εξουσία, παρά μονάχα από τον Θεό· και οι υπάρχουσες εξουσίες, είναι ταγμένες από τον Θεό.
2 Ώστε, εκείνος που εναντιώνεται στην εξουσία, εναντιώνεται στη διαταγή τού Θεού· κι αυτοί που εναντιώνονται θα πάρουν επάνω τους καταδίκη.
3 Επειδή, οι άρχοντες δεν είναι φόβος για τα αγαθά έργα, αλλά για τα κακά. Θέλεις, όμως, να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό, και θα έχεις έπαινο απ’ αυτή·
4 επειδή, ο άρχοντας είναι υπηρέτης τού Θεού σε σένα για το καλό. Αν, όμως, κάνεις το κακό, να φοβάσαι· για τον λόγο ότι, δεν φοράει μάταια τη μάχαιρα· επειδή, είναι υπηρέτης τού Θεού, εκδικητής, για να εκτελεί την οργή ενάντια σ’ εκείνον που κάνει το κακό.
5 Γι’ αυτό, είναι ανάγκη να υποτάσσεστε, όχι μονάχα για την οργή, αλλά και για τη συνείδηση.
6 Δεδομένου ότι, γι’ αυτό πληρώνετε και φόρους· επειδή, είναι υπηρέτες τού Θεού, καθώς ενασχολούνται ειδικά μ’ αυτό.
7 Αποδώστε, λοιπόν, σε όλους εκείνα που οφείλετε: Σε όποιον οφείλετε τον φόρο, τον φόρο· σε όποιον οφείλετε τον δασμό, τον δασμό· σε όποιον οφείλετε τον φόβο, τον φόβο· σε όποιον οφείλετε την τιμή, την τιμή.

Επιστολή Ιακώβου 4 : 17
17 Σ’ αυτόν, λοιπόν, που ξέρει να κάνει το καλό, και δεν το κάνει, σ’ αυτόν είναι αμαρτία.

Πράξεις Αποστόλων 5 : 28 – 29
28 λέγοντας: Δεν σας παραγγείλαμε ρητά να μη διδάσκετε σε τούτο το όνομα; Και δέστε, γεμίσατε την Ιερουσαλήμ από τη διδασκαλία σας, και θέλετε να φέρετε επάνω μας το αίμα αυτού τού ανθρώπου.
29 Και αποκρινόμενος ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.

Επιστολή Πέτρου Α’ 2 : 13
13 Υποταχθείτε, λοιπόν, σε κάθε ανθρώπινη διάταξη για τον Κύριο· είτε σε βασιλιά, ως υπερέχοντα,

Δανιήλ 3 : 1 – 30
1 Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ Ναβουχοδονόσορας έκανε μια χρυσή εικόνα, το ύψος της 60 πήχες, και το πλάτος της έξι πήχες· και την έστησε στην πεδιάδα Δουρά, στην επαρχία τής Βαβυλώνας.
2 Και ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας έστειλε να συγκεντρώσει τούς σατράπες, τους διοικητές, και τους τοπάρχες, τους κριτές, τους θησαυροφύλακες, τους συμβούλους, τους νομοδιδάσκαλους, και όλους τους άρχοντες των επαρχιών, για νάρθουν στα εγκαίνια της εικόνας,
3 Και οι σατράπες, οι διοικητές, και οι τοπάρχες, οι κριτές, οι θησαυροφύλακες, οι σύμβουλοι, οι νομοδιδάσκαλοι, και όλοι οι άρχοντες των επαρχιών, συγκεντρώθηκαν στα εγκαίνια της εικόνας, που είχε στήσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας· και στάθηκαν μπροστά στ
4 Και ένας κήρυκας βοούσε μεγαλόφωνα: Σε σας προστάζεται, λαοί, έθνη, και γλώσσες,
5 κατά την ώρα που θα ακούσετε τον ήχο τής σάλπιγγας, της σύριγγας, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, της συμφωνίας, και κάθε είδους μουσική, αφού πέσετε, προσκυνήστε τη χρυσή εικόνα, που έχει στήσει ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας·
6 και όποιος δεν πέσει και προσκυνήσει, την ίδια ώρα θα ριχτεί μέσα στο καμίνι τής φωτιάς που καίει.
7 Γι’ αυτό, όταν όλοι οι λαοί άκουσαν τον ήχο τής σάλπιγγας, της σύριγγας, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, και κάθε είδους μουσική, πέφτοντας όλοι οι λαοί, τα έθνη, και οι γλώσσες προσκυνούσαν τη χρυσή εικόνα, που είχε στήσει ο βασιλιάς Ναβουχοδον
8 Και μερικοί Χαλδαίοι ήρθαν τότε και διέβαλαν τους Ιουδαίους·
9 και είπαν, λέγοντας προς τον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα: Βασιλιά, να ζεις στον αιώνα.
10 Εσύ, βασιλιά, έβγαλες πρόσταγμα, κάθε άνθρωπος, που θα ακούσει τον ήχο τής σάλπιγγας, της σύριγγας, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, και της συμφωνίας, και κάθε είδους μουσική, να πέσει και να προσκυνήσει τη χρυσή εικόνα·
11 και όποιος δεν πέσει και προσκυνήσει, να ριχτεί μέσα στο καμίνι τής φωτιάς που καίει.
12 Υπάρχουν μερικοί άνδρες Ιουδαίοι, που τους έβαλες στις υποθέσεις τής επαρχίας τής Βαβυλώνας, ο Σεδράχ, ο Μισάχ, και ο Αβδέ-νεγώ· αυτοί οι άνθρωποι, βασιλιά, δεν σε σεβάστηκαν· τους θεούς σου δεν λατρεύουν, και τη χρυσή εικόνα, που έχεις στήσει, δεν την πρ
13 Τότε, ο Ναβουχοδονόσορας, με θυμό και οργή, πρόσταξε να φέρουν τον Σεδράχ, τον Μισάχ, και τον Αβδέ-νεγώ. Και έφεραν αυτούς τους ανθρώπους μπροστά στον βασιλιά.
14 Και αποκρινόμενος ο Ναβουχοδονόσορας, τους είπε: Στ’ αλήθεια, Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέ-νεγώ, δεν λατρεύετε τους θεούς μου, και δεν προσκυνάτε τη χρυσή εικόνα που έχω στήσει;
15 Τώρα, λοιπόν, αν είστε έτοιμοι, μόλις ακούσετε τον ήχο τής σάλπιγγας, της σύριγγας, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, και της συμφωνίας, και κάθε είδους μουσική, να πέσετε και να προσκυνήσετε την εικόνα που έχω κάνει, καλώς· αν, όμως, δεν προσκυνή
16 Ο Σεδράχ, ο Μισάχ, και ο Αβδέ-νεγώ απάντησαν, και είπαν στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα: Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να σου απαντήσουμε για το πράγμα αυτό.
17 Αν είναι έτσι, ο Θεός μας, που εμείς λατρεύουμε, είναι δυνατός να μας ελευθερώσει από το καμίνι τής φωτιάς που καίει· και από το χέρι σου, βασιλιά, θα μας ελευθερώσει.
18 Αλλά, και αν όχι, ας είναι σε σένα γνωστό, βασιλιά, ότι τους θεούς σου δεν τους λατρεύουμε, και τη χρυσή εικόνα, που έχεις στήσει, δεν την προσκυνούμε.
19 Τότε, ο Ναβουχοδονόσορας γέμισε από θυμό, και η όψη τού προσώπου του αλλοιώθηκε ενάντια στον Σεδράχ, τον Μισάχ, και τον Αβδέ-νεγώ· και αφού μίλησε, πρόσταξε να κάψουν το καμίνι επτά φορές περισσότερο από ό,τι φαινόταν ότι έκαιγε.
20 Και ο βασιλιάς πρόσταξε τους δυνατότερους άνδρες τού στρατού του, να δέσουν τον Σεδράχ, τον Μισάχ, και τον Αβδέ-νεγώ, και να τους ρίξουν στο καμίνι τής φωτιάς που έκαιγε.
21 Τότε, οι άνδρες εκείνοι δέθηκαν με τα σαλβάριά τους, τις τιάρες τους, και τις περικνημίδες τους, και τα άλλα ενδύματά τους, και ρίχτηκαν μέσα στο καμίνι τής φωτιάς που έκαιγε.
22 Και επειδή η προσταγή τού βασιλιά ήταν κατεπείγουσα, και έκαναν το καμίνι να καίει υπερβολικά, η φλόγα τής φωτιάς θανάτωσε τους άνδρες εκείνους, που είχαν σηκώσει τον Σεδράχ, τον Μισάχ, και τον Αβδέ-νεγώ.
23 Και αυτοί οι τρεις άνδρες, ο Σεδράχ, ο Μισάχ, και ο Αβδέ-νεγώ, έπεσαν δεμένοι μέσα στο καμίνι τής φωτιάς που έκαιγε.
24 Και ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας έμεινε έκπληκτος· και καθώς σηκώθηκε με βιασύνη, μίλησε στους μεγιστάνες του και είπε: Δεν ρίξαμε τρεις άνδρες δεμένους στο μέσον τής φωτιάς; Και εκείνοι απάντησαν στον βασιλιά, και είπαν: Στ’ αλήθεια, βασιλιά.
25 Και απαντώντας, είπε: Δέστε, εγώ βλέπω τέσσερις άνδρες λυμένους, να περπατούν στο μέσον τής φωτιάς, και βλάβη δεν υπάρχει σ’ αυτούς· και η όψη του τέταρτου είναι όμοια με υιόν Θεού.
26 Τότε, αφού ο Ναβουχοδονόσορας πλησίασε στο στόμιο από το καμίνι τής φωτιάς που έκαιγε, μίλησε και είπε: Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέ-νεγώ, δούλοι τού Θεού τού υψίστου, βγείτε έξω, κι ελάτε. Τότε, ο Σεδράχ, ο Μισάχ, και ο Αβδέ-νεγώ, βγήκαν έξω από το μέσον τής
27 Και αφού συγκεντρώθηκαν οι σατράπες, οι διοικητές, και οι τοπάρχες, και οι μεγιστάνες τού βασιλιά, είδαν αυτούς τούς άνδρες, ότι επάνω στα σώματά τους η φωτιά δεν είχε ισχύ, και τρίχα τού κεφαλιού τους δεν κάηκε, και τα σαλβάριά τους δεν παράλλαξαν, ούτε
28 Τότε, ο Ναβουχοδονόσορας μίλησε και είπε: Ευλογητός ο Θεός τού Σεδράχ, του Μισάχ, και του Αβδέ-νεγώ, που έστειλε τον άγγελό του, και ελευθέρωσε τους δούλους του, που έλπισαν σ’ αυτόν, και παράκουσαν τον λόγο τού βασιλιά, και παρέδωσαν τα σώματά τους, για
29 Γι’ αυτό, βγάζω διάταγμα, ότι κάθε λαός, έθνος, και γλώσσα, που θα μιλήσει κακό ενάντια στον Θεό τού Σεδράχ, του Μισάχ, και του Αβδέ-νεγώ, θα καταμελιστεί, και τα σπίτια τους θα γίνουν κοπρώνες· επειδή, δεν υπάρχει άλλος θεός, που να μπορεί να ελευθερώσει
30 Τότε, ο βασιλιάς προβίβασε τον Σεδράχ, τον Μισάχ, και τον Αβδέ-νεγώ, στην επαρχία τής Βαβυλώνας.

Προς Ρωμαίους 13 : 7
7 Αποδώστε, λοιπόν, σε όλους εκείνα που οφείλετε: Σε όποιον οφείλετε τον φόρο, τον φόρο· σε όποιον οφείλετε τον δασμό, τον δασμό· σε όποιον οφείλετε τον φόβο, τον φόβο· σε όποιον οφείλετε την τιμή, την τιμή.

Προς Εβραίους 13 : 17
17 Πείθεστε στους προεστώτες σας, και υπακούτε· επειδή, αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, ως έχοντας να δώσουν λόγο· για να το κάνουν αυτό με χαρά, και χωρίς να στενάζουν· επειδή, αυτό δεν σας ωφελεί.

Έξοδος 1 : 15 – 22
15 Και ο βασιλιάς των Αιγυπτίων μίλησε στις μαμές των Εβραίων, (από τις οποίες η μία ονομαζόταν Σεπφώρα, και η άλλη Φουά),
16 και είπε: Όταν μαιεύετε τις Εβραίες, και τις δείτε επάνω στη γέννα, αν μεν είναι αρσενικό, να το θανατώνετε· αν, όμως, είναι θηλυκό, τότε ας ζήσει.
17 Και οι μαμές φοβήθηκαν τον Θεό, και δεν έκαναν όπως είχε πει σ’ αυτές ο βασιλιάς τής Αιγύπτου, αλλά άφηναν τα αρσενικά να ζουν.
18 Και αφού ο βασιλιάς τής Αιγύπτου κάλεσε τις μαμές, είπε σ’ αυτές: Γιατί κάνετε αυτό το πράγμα, και αφήνετε τα αρσενικά να ζουν;
19 Και οι μαμές αποκρίθηκαν στον Φαραώ ότι: Οι Εβραίες δεν είναι όπως οι γυναίκες της Αιγύπτου· επειδή, είναι εύρωστες, και γεννούν πριν μπουν σ’ αυτές οι μαμές.
20 Και ο Θεός αγαθοποιούσε τις μαμές· και ο λαός πληθυνόταν, και δυναμωνόταν υπερβολικά.
21 Και επειδή οι μαμές φοβόνταν τον Θεό, έκανε σ’ αυτές σπίτια.
22 Και ο Φαραώ πρόσταξε ολόκληρο τον λαό του, λέγοντας: Κάθε αρσενικό που θα γεννηθεί, να το ρίχνετε στον ποταμό· και κάθε θηλυκό να το αφήνετε να ζει.

Πράξεις Αποστόλων 4 : 18 – 20
18 Και αφού τους κάλεσαν, τους παρήγγειλαν να μη μιλούν καθόλου ούτε να διδάσκουν στο όνομα του Ιησού.
19 Ο δε Πέτρος και ο Ιωάννης, αποκρινόμενοι σ’ αυτούς, είπαν: Αν είναι δίκαιο μπροστά στον Θεό, να ακούμε εσάς μάλλον παρά τον Θεό, κρίνετέ το εσείς.
20 επειδή, εμείς δεν μπορούμε να μη λέμε όσα είδαμε και ακούσαμε.

Προς Ρωμαίους 13 : 1
1 ΚΑΘΕ ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες· επειδή, δεν υπάρχει εξουσία, παρά μονάχα από τον Θεό· και οι υπάρχουσες εξουσίες, είναι ταγμένες από τον Θεό.

Προς Ρωμαίους 13 : 1 – 14
1 ΚΑΘΕ ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες· επειδή, δεν υπάρχει εξουσία, παρά μονάχα από τον Θεό· και οι υπάρχουσες εξουσίες, είναι ταγμένες από τον Θεό.
2 Ώστε, εκείνος που εναντιώνεται στην εξουσία, εναντιώνεται στη διαταγή τού Θεού· κι αυτοί που εναντιώνονται θα πάρουν επάνω τους καταδίκη.
3 Επειδή, οι άρχοντες δεν είναι φόβος για τα αγαθά έργα, αλλά για τα κακά. Θέλεις, όμως, να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό, και θα έχεις έπαινο απ’ αυτή·
4 επειδή, ο άρχοντας είναι υπηρέτης τού Θεού σε σένα για το καλό. Αν, όμως, κάνεις το κακό, να φοβάσαι· για τον λόγο ότι, δεν φοράει μάταια τη μάχαιρα· επειδή, είναι υπηρέτης τού Θεού, εκδικητής, για να εκτελεί την οργή ενάντια σ’ εκείνον που κάνει το κακό.
5 Γι’ αυτό, είναι ανάγκη να υποτάσσεστε, όχι μονάχα για την οργή, αλλά και για τη συνείδηση.
6 Δεδομένου ότι, γι’ αυτό πληρώνετε και φόρους· επειδή, είναι υπηρέτες τού Θεού, καθώς ενασχολούνται ειδικά μ’ αυτό.
7 Αποδώστε, λοιπόν, σε όλους εκείνα που οφείλετε: Σε όποιον οφείλετε τον φόρο, τον φόρο· σε όποιον οφείλετε τον δασμό, τον δασμό· σε όποιον οφείλετε τον φόβο, τον φόβο· σε όποιον οφείλετε την τιμή, την τιμή.
8 Σε κανέναν να μη οφείλετε τίποτε, παρά μονάχα το να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· επειδή, εκείνος που αγαπάει τον άλλον, εκπληρώνει τον νόμο.
9 Δεδομένου ότι, το: «Μη μοιχεύσεις, Μη φονεύσεις, Μη κλέψεις, Μη ψευδομαρτυρήσεις, Μη επιθυμήσεις», και κάθε άλλη εντολή, συμπεριλαμβάνεται μέσα σε τούτο τον λόγο, στο: «Θα αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου».
10 Η αγάπη κακό δεν κάνει στον πλησίον· η αγάπη, λοιπόν, είναι εκπλήρωση του νόμου.
11 Και, μάλιστα, γνωρίζοντας τον καιρό ότι είναι ήδη ώρα να εγερθούμε από τον ύπνο· επειδή, η σωτηρία βρίσκεται σε μας πλησιέστερα, παρά όταν πιστέψαμε.
12 Η νύχτα προχώρησε, η δε ημέρα πλησίασε· ας απορρίψουμε, λοιπόν, τα έργα τού σκότους, και ας ντυθούμε τα όπλα τού φωτός.
13 Ας περπατήσουμε με ευπρέπεια, όπως σε ημέρα· όχι σε γλεντοκόπια και μέθες, όχι σε κρεβάτια και ασέλγειες, όχι σε φιλονικία και φθόνο.
14 Αλλά, ντυθείτε τον Κύριο Ιησού Χριστό, και μη φροντίζετε για τη σάρκα, στο να εκτελείτε τις επιθυμίες της.

Πράξεις Αποστόλων 5 : 40 – 42
40 Και πείστηκαν σ’ αυτόν· και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν και τους παρήγγειλαν να μη μιλούν στο όνομα του Ιησού, και τους απέλυσαν.
41 Εκείνοι, λοιπόν, αναχωρούσαν μπροστά από το συνέδριο με χαρά, επειδή χάρη τού ονόματός του αξιώθηκαν να ατιμαστούν.
42 Και καθημερινά, μέσα στο ιερό και κατ’ οίκον, δεν έπαυαν να διδάσκουν και να ευαγγελίζονται τον Ιησού Χριστό.

Κατά Ιωάννην 19 : 11
11 Ο Ιησούς αποκρίθηκε: Δεν θα είχες καμιά εξουσία εναντίον μου, αν δεν σου ήταν δοσμένη από πάνω· γι’ αυτό, αυτός που με παραδίνει σε σένα, έχει μεγαλύτερη αμαρτία.

Δανιήλ 6 : 10 – 13
10 Και ο Δανιήλ, καθώς έμαθε ότι υπογράφτηκε η γραφή, μπήκε μέσα στο σπίτι του· και έχοντας ανοιγμένα τα παράθυρα του κοιτώνα του προς την Ιερουσαλήμ, έπεφτε επάνω στα γόνατά του τρεις φορές την ημέρα, προσευχόμενος και δοξολογώντας μπροστά στον Θεό του, όπω
11 Τότε, εκείνοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν, και βρήκαν τον Δανιήλ να κάνει αίτηση, και να ικετεύει τον Θεό του.
12 Γι’ αυτό, αφού ήρθαν, μίλησαν στον βασιλιά για τη βασιλική απαγόρευση, λέγοντας: Δεν υπέγραψες απόφαση, ότι κάθε άνθρωπος, που θα κάνει αίτηση από οποιονδήποτε θεό ή άνθρωπο, μέχρι30 ημέρες, εκτός από σένα, βασιλιά, θα ριχτεί στον λάκκο των λιονταριών; Ο
13 Τότε, απάντησαν και είπαν μπροστά στον βασιλιά: Ο Δανιήλ, εκείνος, που είναι από τους γιους τής αιχμαλωσίας τού Ιούδα, δεν σε σέβεται, βασιλιά, ούτε την απόφαση που υπέγραψες, αλλά κάνει τη δέησή του τρεις φορές την ημέρα.

Δανιήλ 6 : 1 – 28
1 ΦΑΝΗΚΕ αρεστό στον Δαρείο να βάλει επάνω στο βασίλειό του 120 σατράπες, για να είναι επάνω σε ολόκληρο το βασίλειο·
2 κι επάνω σ’ αυτούς, έβαλε τρεις προέδρους, (ένας από τους οποίους ήταν ο Δανιήλ), για να αποδίδουν λόγο σ’ αυτούς οι σατράπες αυτοί, και να μη ζημιώνεται ο βασιλιάς.
3 Τότε, αυτός ο Δανιήλ προτιμήθηκε, περισότερο από τους προέδρους και τους σατράπες, επειδή πνεύμα έξοχο υπήρχε σ’ αυτόν· και ο βασιλιάς στοχάστηκε να τον τοποθετήσει επάνω σε ολόκληρο το βασίλειο.
4 Και οι πρόεδροι και οι σατράπες ζητούσαν να βρουν πρόφαση ενάντια στον Δανιήλ από τις υποθέσεις τής βασιλείας· όμως, δεν μπορούσαν να βρουν καμιά πρόφαση ούτε αμάρτημα· επειδή, ήταν πιστός, και δεν βρέθηκε σ’ αυτόν κανένα σφάλμα ούτε αμάρτημα.
5 Και οι άνθρωποι αυτοί είπαν: Δεν θα βρούμε πρόφαση ενάντια στον Δανιήλ, εκτός αν βρούμε κάτι εναντίον του από τον νόμο τού Θεού του.
6 Τότε, οι πρόεδροι και οι σατράπες αυτοί συγκεντρώθηκαν στον βασιλιά, και του είπαν τα εξής: Βασιλιά Δαρείε, να ζεις στον αιώνα.
7 Όλοι οι πρόεδροι του βασιλείου, οι διοικητές, και οι σατράπες, οι αυλικοί, και οι τοπάρχες, συμβουλεύτηκαν να εκδοθεί βασιλικό ψήψισμα, και να στηριχθεί απαγόρευση, ότι, όποιος κάνει κάποια αίτηση από οποιονδήποτε θεό ή άνθρωπο, μέχρι 30 ημέρες, εκτός από
8 τώρα, λοιπόν, βασιλιά, κάνε την απαγόρευση, και υπόγραψε το ψήφισμα, για να μη αλλαχτεί, σύμφωνα με τον νόμο των Μήδων και Περσών, που δεν ακυρώνεται.
9 Γι’ αυτό, ο βασιλιάς Δαρείος υπέγραψε τη γραφή και την απαγόρευση.
10 Και ο Δανιήλ, καθώς έμαθε ότι υπογράφτηκε η γραφή, μπήκε μέσα στο σπίτι του· και έχοντας ανοιγμένα τα παράθυρα του κοιτώνα του προς την Ιερουσαλήμ, έπεφτε επάνω στα γόνατά του τρεις φορές την ημέρα, προσευχόμενος και δοξολογώντας μπροστά στον Θεό του, όπω
11 Τότε, εκείνοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν, και βρήκαν τον Δανιήλ να κάνει αίτηση, και να ικετεύει τον Θεό του.
12 Γι’ αυτό, αφού ήρθαν, μίλησαν στον βασιλιά για τη βασιλική απαγόρευση, λέγοντας: Δεν υπέγραψες απόφαση, ότι κάθε άνθρωπος, που θα κάνει αίτηση από οποιονδήποτε θεό ή άνθρωπο, μέχρι30 ημέρες, εκτός από σένα, βασιλιά, θα ριχτεί στον λάκκο των λιονταριών; Ο
13 Τότε, απάντησαν και είπαν μπροστά στον βασιλιά: Ο Δανιήλ, εκείνος, που είναι από τους γιους τής αιχμαλωσίας τού Ιούδα, δεν σε σέβεται, βασιλιά, ούτε την απόφαση που υπέγραψες, αλλά κάνει τη δέησή του τρεις φορές την ημέρα.
14 Τότε, ο βασιλιάς, καθώς άκουσε τα λόγια, λυπήθηκε πολύ γι’ αυτό, και φρόντιζε εγκάρδια για τον Δανιήλ να τον ελευθερώσει· και αγωνιζόταν μέχρι τη δύση τού ήλιου για να τον λυτρώσει.
15 Τότε, εκείνοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στον βασιλιά, και του είπαν: Να ξέρεις, βασιλιά, ότι ο νόμος των Μήδων και Περσών είναι: Καμιά απαγόρευση ούτε διαταγή, που ο βασιλιάς κάνει, δεν ακυρώνεται.
16 Τότε, ο βασιλιάς πρόσταξε, και έφεραν τον Δανιήλ, και τον έρριξαν στον λάκκο των λιονταριών. Και ο βασιλιάς μίλησε και είπε στον Δανιήλ: Ο Θεός σου, που εσύ λατρεύεις ακατάπαυστα, αυτός θα σε ελευθερώσει.
17 Και φέρθηκε μια πέτρα, και μπήκε επάνω στο στόμιο του λάκκου· και ο βασιλιάς τη σφράγισε με την ίδια του τη σφραγίδα, και με τη σφραγίδα των μεγιστάνων του, για να μη αλλοιωθεί τίποτε για τον Δανιήλ.
18 Τότε, ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του, και διανυχτέρευσε νηστικός, και δεν φέρθηκαν μπροστά του μουσικά όργανα· και ο ύπνος του έφυγε απ’ αυτόν.
19 Και ο βασιλιάς σηκώθηκε πολύ ενωρίς το πρωί, και με βιασύνη πήγε στον λάκκο των λιονταριών.
20 Και ήρθε στον λάκκο, και φώναξε στον Δανιήλ με κλαμένη φωνή· και ο βασιλιάς μίλησε, και είπε στον Δανιήλ: Δανιήλ, Δανιήλ, δούλε τού ζωντανού Θεού, ο Θεός σου, που εσύ ακατάπαυστα λατρεύεις, μπόρεσε να σε ελευθερώσει από τα λιοντάρια;
21 Τότε, ο Δανιήλ μίλησε στον βασιλιά: Βασιλιά, να ζεις στον αιώνα.
22 Ο Θεός μου απέστειλε τον άγγελό του, και έφραξε τα στόματα των λιονταριών, και δεν με έβλαψαν· επειδή, βρέθηκε αθωότητα μέσα σε μένα μπροστά του· κι ακόμα, μπροστά σου, βασιλιά, δεν έπραξα κάποιο πταίσμα.
23 Τότε, ο βασιλιάς χάρηκε υπερβολικά γι’ αυτό, και πρόσταξε να ανεβάσουν τον Δανιήλ από τον λάκκο. Και ανέβασαν τον Δανιήλ από τον λάκκο, και καμιά βλάβη δεν βρέθηκε σ’ αυτόν, επειδή είχε πίστη στον Θεό του.
24 Τότε, ο βασιλιάς πρόσταξε, και έφεραν εκείνους τους ανθρώπους, που διέβαλαν τον Δανιήλ, και τους έρριξαν στον λάκκο των λιονταριών, αυτούς, τα παιδιά τους, και τις γυναίκες τους· και πριν φτάσουν στο βάθος τού λάκκου, τα λιοντάρια τούς συνάρπαξαν, και κατ
25 Τότε, ο Δαρείος ο βασιλιάς έγραψε σε όλους τούς λαούς, έθνη, και γλώσσες, που κατοικούν σε ολόκληρη τη γη: Ειρήνη ας πληθυνθεί σε σας!
26 Από μένα βγήκε διαταγή, σε όλο το κράτος τής βασιλείας μου οι άνθρωποι να τρέμουν και να φοβούνται μπροστά στον Θεό τού Δανιήλ· επειδή, αυτός είναι Θεός ζωντανός, και παραμένει στον αιώνα, και η βασιλεία του δεν θα φθαρεί, και η εξουσία του θα είναι μέχρι
27 αυτός είναι ο ελευθερωτής και σωτήρας, και ο οποίος κάνει σημεία και τεράστια στον ουρανό κι επάνω στη γη, ο οποίος ελευθέρωσε τον Δανιήλ από τη δύναμη των λιονταριών.
28 Και ο Δανιήλ αυτός ευημέρησε στη βασιλεία τού Δαρείου, και στη βασιλεία τού Κύρου τού Πέρση.

Δανιήλ 3 : 15 – 18
15 Τώρα, λοιπόν, αν είστε έτοιμοι, μόλις ακούσετε τον ήχο τής σάλπιγγας, της σύριγγας, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, και της συμφωνίας, και κάθε είδους μουσική, να πέσετε και να προσκυνήσετε την εικόνα που έχω κάνει, καλώς· αν, όμως, δεν προσκυνή
16 Ο Σεδράχ, ο Μισάχ, και ο Αβδέ-νεγώ απάντησαν, και είπαν στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα: Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να σου απαντήσουμε για το πράγμα αυτό.
17 Αν είναι έτσι, ο Θεός μας, που εμείς λατρεύουμε, είναι δυνατός να μας ελευθερώσει από το καμίνι τής φωτιάς που καίει· και από το χέρι σου, βασιλιά, θα μας ελευθερώσει.
18 Αλλά, και αν όχι, ας είναι σε σένα γνωστό, βασιλιά, ότι τους θεούς σου δεν τους λατρεύουμε, και τη χρυσή εικόνα, που έχεις στήσει, δεν την προσκυνούμε.

Πράξεις Αποστόλων 4 : 1 – 37
1 ΚΑΙ ενώ αυτοί μιλούσαν στον λαό, ήρθαν εναντίον τους οι ιερείς και ο στρατηγός τού ιερού και οι Σαδδουκαίοι,
2 αγανακτώντας, επειδή δίδασκαν τον λαό, και κήρυτταν διαμέσου του Ιησού την ανάσταση από τους νεκρούς·
3 και έβαλαν επάνω τους τα χέρια, και τους έβαλαν σε φύλαξη μέχρι την επόμενη ημέρα· επειδή, ήταν ήδη εσπέρα.
4 Πολλοί, μάλιστα, από εκείνους που άκουσαν τον λόγο πίστεψαν· και ο αριθμός των ανδρών έγινε περίπου 5.000.
5 Και την επόμενη ημέρα συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ οι άρχοντές τους και οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς,
6 και ο Άννας ο αρχιερέας και ο Καϊάφας και ο Ιωάννης και ο Αλέξανδρος, και όσοι ήσαν από αρχιερατικό γένος.
7 Και αφού τους έστησαν στο μέσον, ρωτούσαν: Με ποια δύναμη ή με ποιο όνομα το πράξατε εσείς αυτό;
8 Τότε, ο Πέτρος, αφού έγινε πλήρης από Άγιο Πνεύμα, τους είπε: Άρχοντες του λαού και πρεσβύτεροι του Ισραήλ,
9 αν εμείς ανακρινόμαστε σήμερα για ευεργεσία σε έναν άνθρωπο που ήταν ασθενής, με ποια δύναμη αυτός γιατρεύτηκε,
10 ας είναι γνωστό σε όλους εσάς, και σε ολόκληρο τον λαό τού Ισραήλ ότι, διαμέσου τού ονόματος του Ιησού Χριστού, του Ναζωραίου, που εσείς σταυρώσατε, τον οποίο ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, διαμέσου αυτού παραστέκεται αυτός μπροστά σας υγιής.
11 Αυτός είναι η πέτρα, που εξουθενώθηκε από σας τους οικοδομούντες, η οποία έγινε ακρογωνιαία πέτρα.
12 Και δεν υπάρχει διαμέσου κανενός άλλου η σωτηρία· επειδή, ούτε άλλο όνομα είναι δοσμένο κάτω από τον ουρανό ανάμεσα στους ανθρώπους, διαμέσου τού οποίου πρέπει να σωθούμε.
13 Και βλέποντας την παρρησία τού Πέτρου και του Ιωάννη, και καθώς πληροφορήθηκαν ότι είναι άνθρωποι αγράμματοι και ιδιώτες, θαύμαζαν, και τους αναγνώριζαν ότι ήσαν μαζί με τον Ιησού.
14 Βλέποντας, μάλιστα, τον άνθρωπο που είχε θεραπευθεί να στέκεται μαζί τους, δεν είχαν τίποτε να αντείπουν.
15 Και αφού τους πρόσταξαν να βγουν έξω από το συνέδριο, έκαναν μεταξύ τους συμβούλιο,
16 λέγοντας: Τι θα κάνουμε σ’ αυτούς τούς ανθρώπους; Επειδή, ότι ένα αξιοσημείωτο θαύμα έγινε μεν διαμέσου αυτών, είναι φανερό σε όλους όσους κατοικούν στην Ιερουσαλήμ, και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε·
17 αλλά, για να μη διαδοθεί περισσότερο στον λαό, ας τους απειλήσουμε αυστηρά να μη μιλούν πλέον στο όνομα τούτο σε κανέναν άνθρωπο.
18 Και αφού τους κάλεσαν, τους παρήγγειλαν να μη μιλούν καθόλου ούτε να διδάσκουν στο όνομα του Ιησού.
19 Ο δε Πέτρος και ο Ιωάννης, αποκρινόμενοι σ’ αυτούς, είπαν: Αν είναι δίκαιο μπροστά στον Θεό, να ακούμε εσάς μάλλον παρά τον Θεό, κρίνετέ το εσείς.
20 επειδή, εμείς δεν μπορούμε να μη λέμε όσα είδαμε και ακούσαμε.
21 Και εκείνοι, αφού τους απείλησαν ξανά, τους απέλυσαν, μη βρίσκοντας το πώς να τους τιμωρήσουν, εξαιτίας τού λαού· για τον λόγο ότι, όλοι δόξαζαν τον Θεό για το γεγονός.
22 Επειδή, ο άνθρωπος στον οποίο έγινε αυτό το θαύμα τής θεραπείας, ήταν περισσότερο από 40 χρόνων.
23 Και αφού απολύθηκαν, ήρθαν στους οικείους, και ανήγγειλαν όσα τούς είπαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι.
24 Και εκείνοι, καθώς τα άκουσαν, ύψωσαν τη φωνή τους προς τον Θεό ως μια ψυχή, και είπαν: Δέσποτα, εσύ είσαι ο Θεός, που έκανες τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ’αυτά·
25 ο οποίος είπες με το στόμα τού Δαβίδ τού δούλου σου: «Γιατί φρύαξαν τα έθνη, και οι λαοί μελέτησαν μάταια;
26 Παραστάθηκαν οι βασιλιάδες τής γης, και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν μαζί ενάντια στον Κύριο, και ενάντια στον Χριστό του».
27 Επειδή, στ’ αλήθεια, συγκεντρώθηκαν ενάντια στον άγιο παίδα σου, τον Ιησού -αυτόν που έχρισες- και ο Ηρώδης, και ο Πόντιος Πιλάτος, μαζί με τα έθνη και τους λαούς τού Ισραήλ,
28 για να κάνουν όσα το χέρι σου και η βουλή σου προόρισε να γίνουν.
29 Και τώρα, Κύριε, δες στις απειλές τους, και δώσε στους δούλους σου να μιλούν τον λόγο σου με κάθε παρρησία,
30 εκτείνοντας το χέρι σου σε θεραπεία, και σημεία και τέρατα που να γίνονται διαμέσου τού ονόματος του αγίου παιδός σου, του Ιησού.
31 Ύστερα δε από τη δέησή τους, σείστηκε ο τόπος όπου ήσαν συγκεντρωμένοι· και όλοι έγιναν πλήρεις από το Άγιο Πνεύμα, και μιλούσαν τον λόγο τού Θεού με παρρησία.
32 ΚΑΙ η καρδιά και η ψυχή τού πλήθους, εκείνων που πίστεψαν, ήταν μία· και ούτε ένας δεν έλεγε ότι είναι δικό του κάτι από τα υπάρχοντά του, αλλά είχαν τα πάντα κοινά.
33 Και οι απόστολοι απέδιδαν με μεγάλη δύναμη τη μαρτυρία τής ανάστασης του Κυρίου Ιησού· και μεγάλη χάρη ήταν επάνω σε όλους αυτούς.
34 Για τον λόγο ότι, δεν υπήρχε ούτε ένας ανάμεσά τους που είχε ανάγκη· επειδή, όσοι ήσαν κάτοχοι χωραφιών ή σπιτιών, αφού τα πουλούσαν, έφερναν το αντίτιμο της αξίας εκείνων που πουλούσαν,
35 και το έβαζαν στα πόδια των αποστόλων· και μοιραζόταν σε κάθε έναν σύμφωνα με την ανάγκη που είχε.
36 Και ο Ιωσής, αυτός που αποκλήθηκε από τους αποστόλους Βαρνάβας (το οποίο μεταφραζόμενο σημαίνει, γιος παρηγοριάς), Λευίτης, Κύπριος το γένος,
37 έχοντας ένα χωράφι, το πούλησε, και έφερε τα χρήματα, και τα έβαλε στα πόδια των αποστόλων.

Προς Τίτον 3 : 1
1 ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕ σ’ αυτούς να υποτάσσονται στις αρχές και στις εξουσίες, να πειθαρχούν, να είναι έτοιμοι σε κάθε αγαθό έργο,

Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *