Αυτά είναι τα εδάφια της Βίβλου για τα οποία μιλάνε ηθική
Προς Κορινθίους Α’ 6 : 9 – 11
9 Ή, δεν ξέρετε ότι οι άδικοι δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία τού Θεού; Μη πλανιέστε· ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτρες ούτε μοιχοί ούτε κίναιδοι ούτε αρσενοκοίτες
10 ούτε κλέφτες ούτε πλεονέκτες ούτε μέθυσοι ούτε κακολόγοι ούτε άρπαγες δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία τού Θεού.
11 Και μερικοί υπήρξατε τέτοιοι· αλλά λουστήκατε, αλλά αγιαστήκατε, αλλά δικαιωθήκατε, στο όνομα του Κυρίου Ιησού, και με το Πνεύμα τού Θεού μας.
Προς Ρωμαίους 13 : 8 – 10
8 Σε κανέναν να μη οφείλετε τίποτε, παρά μονάχα το να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· επειδή, εκείνος που αγαπάει τον άλλον, εκπληρώνει τον νόμο.
9 Δεδομένου ότι, το: «Μη μοιχεύσεις, Μη φονεύσεις, Μη κλέψεις, Μη ψευδομαρτυρήσεις, Μη επιθυμήσεις», και κάθε άλλη εντολή, συμπεριλαμβάνεται μέσα σε τούτο τον λόγο, στο: «Θα αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου».
10 Η αγάπη κακό δεν κάνει στον πλησίον· η αγάπη, λοιπόν, είναι εκπλήρωση του νόμου.
Προς Ρωμαίους 6 : 1 – 23
1 Τι θα πούμε, λοιπόν; Θα επιμένουμε στην αμαρτία, για να περισσεύσει η χάρη;
2 Μη γένοιτο· εμείς που πεθάναμε ως προς την αμαρτία, πώς θα ζήσουμε πλέον μέσα σ’ αυτή;
3 Ή αγνοείτε ότι, όσοι βαπτιστήκαμε στον Ιησού Χριστό, βαπτιστήκαμε στον θάνατό του;
4 Συνταφήκαμε, λοιπόν, μαζί του διαμέσου τού βαπτίσματος στον θάνατο, ώστε, καθώς ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς με τη δόξα τού Πατέρα, έτσι κι εμείς να περπατήσουμε σε μια νέα ζωή.
5 Επειδή, αν έχουμε γίνει σύμφυτοι μαζί του ως προς την ομοιότητα του θανάτου του, κατά συνέπεια θα είμαστε και ως προς την ομοιότητα της ανάστασης·
6 γνωρίζοντας τούτο, ότι ο παλιός μας άνθρωπος συσταυρώθηκε, για να καταργηθεί το σώμα τής αμαρτίας, ώστε να μη είμαστε πλέον δούλοι τής αμαρτίας.
7 Επειδή, εκείνος που πέθανε, έχει ελευθερωθεί από την αμαρτία.
8 Και αν πεθάναμε μαζί με τον Χριστό, πιστεύουμε ότι και θα συζήσουμε μ’ αυτόν·
9 γνωρίζοντας ότι ο Χριστός, καθώς αναστήθηκε από τους νεκρούς, δεν πεθαίνει πλέον· θάνατος δεν τον κυριεύει πλέον.
10 Επειδή, καθόσον πέθανε, πέθανε μια για πάντα για την αμαρτία· αλλά, καθόσον ζει, ζει για τον Θεό.
11 Έτσι κι εσείς, να θεωρείτε τον εαυτό σας ότι είστε νεκροί μεν ως προς την αμαρτία, ζωντανοί δε ως προς τον Θεό, διαμέσου τού Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας.
12 Ας μη βασιλεύει, λοιπόν, η αμαρτία στο θνητό σας σώμα, ώστε να υπακούτε σ’ αυτή σύμφωνα με τις επιθυμίες του·
13 ούτε να παριστάνετε τα μέλη σας όπλα αδικίας στην αμαρτία· αλλά, να παραστήσετε τον εαυτό σας στον Θεό ως ζωντανούς μέσα από τους νεκρούς, και τα μέλη σας όπλα δικαιοσύνης στον Θεό.
14 Επειδή, η αμαρτία δεν θα σας κυριεύσει· για τον λόγο ότι, δεν είστε κάτω από νόμο, αλλά κάτω από χάρη.
15 Τι, λοιπόν; Θα αμαρτήσουμε, επειδή δεν είμαστε κάτω από νόμο, αλλά κάτω από χάρη; Μη γένοιτο.
16 Δεν ξέρετε ότι σε όποιον παριστάνετε τον εαυτό σας δούλους για υπακοή, είστε δούλοι εκείνου στον οποίο υπακούτε: Ή της αμαρτίας για θάνατο ή της υπακοής για δικαιοσύνη;
17 Ευχαριστία, όμως, ανήκει στον Θεό, επειδή υπήρχατε δούλοι τής αμαρτίας, πλην υπακούσατε από καρδιάς στον τύπο τής διδασκαλίας, στον οποίο και παραδοθήκατε.
18 Και αφού ελευθερωθήκατε από την αμαρτία, γίνατε δούλοι στη δικαιοσύνη.
19 Ανθρώπινα μιλάω, εξαιτίας τής αδυναμίας τής σάρκας σας. Επειδή, καθώς παραστήσατε τα μέλη σας δούλα στην ακαθαρσία και στην ανομία για την ανομία, έτσι τώρα να παραστήσετε τα μέλη σας δούλα στη δικαιοσύνη για αγιασμό.
20 Επειδή, όταν υπήρχατε δούλοι τής αμαρτίας, ήσασταν ελεύθεροι από τη δικαιοσύνη.
21 Ποιον καρπό είχατε, λοιπόν, τότε από εκείνα τα έργα, για τα οποία τώρα ντρέπεστε; Επειδή, το τέλος εκείνων είναι θάνατος.
22 Αλλά, τώρα, καθώς ελευθερωθήκατε από την αμαρτία, και γίνατε δούλοι στον Θεό, έχετε τον καρπό σας σε αγιασμό· το δε τέλος αιώνια ζωή.
23 Επειδή, ο μισθός τής αμαρτίας είναι θάνατος· το χάρισμα, όμως, του Θεού αιώνια ζωή διαμέσου τού Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας.
Πράξεις Αποστόλων 2 : 38
38 Και ο Πέτρος είπε σ’ αυτούς: Να μετανοήσετε, και κάθε ένας από σας να βαπτιστεί στο όνομα του Ιησού Χριστού, σε άφεση αμαρτιών· και θα λάβετε τη δωρεά τού Αγίου Πνεύματος·
Προς Κορινθίους Α’ 13 : 1 – 13
1 Αν μιλάω τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη, έγινα ένα κομμάτι χαλκός που βγάζει ήχους ή ένα κύμβαλο που ξεκουφαίνει.
2 Και αν έχω προφητεία, και γνωρίζω όλα τα μυστήρια και όλη τη γνώση, και αν έχω όλη την πίστη, ώστε να μετατοπίζω βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, δεν είμαι τίποτε.
3 Και αν διανείμω όλα τα υπάρχοντά μου, και αν παραδώσω το σώμα μου για να καώ, αλλά δεν έχω αγάπη, τίποτε δεν ωφελούμαι.
4 Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί· η αγάπη δεν φθονεί· η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν υπερηφανεύεται,
5 δεν φέρεται με απρέπεια, δεν ζητάει τα δικά της, δεν εξάπτεται, δεν συλλογίζεται το κακό·
6 δεν χαίρεται στην αδικία, συγχαίρει όμως στην αλήθεια.
7 Όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει.
8 Η αγάπη δεν ξεπέφτει ποτέ· τα άλλα, όμως, είτε προφητείες είναι, θα καταργηθούν· είτε γλώσσες, θα σταματήσουν· είτε γνώση, θα καταργηθεί·
9 επειδή, κατά μέρος γνωρίζουμε, και κατά μέρος προφητεύουμε·
10 όταν, όμως, έρθει το τέλειο, τότε το κατά μέρος θα καταργηθεί.
11 Όταν ήμουν νήπιος, μιλούσα ως νήπιος, σκεφτόμουν ως νήπιος, είχα κρίση ως νήπιος· όταν, όμως, έγινα άνδρας, έβαλα κατά μέρος εκείνα που έχει το νήπιο.
12 Επειδή, τώρα βλέπουμε σαν μέσα από ένα θαμπό κάτοπτρο, με τρόπο αινιγματώδη, τότε όμως θα βλέπουμε πρόσωπο προς πρόσωπο· τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε όμως θα γνωρίσω καθώς και γνωρίστηκα.
13 Ώστε, τώρα, μένει πίστη, ελπίδα, αγάπη, αυτά τα τρία· όμως, απ’ αυτά, μεγαλύτερη είναι η αγάπη.
Γένεσις 1 : 27
27 Και ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο σύμφωνα με τη δική του εικόνα· σύμφωνα με την εικόνα τού Θεού τον δημιούργησε· αρσενικό και θηλυκό τούς δημιούργησε·
Κατά Ματθαίον 19 : 1 – 30
1 ΚΑΙ όταν ο Ιησούς τελείωσε αυτά τα λόγια, αναχώρησε από τη Γαλιλαία, και ήρθε στα όρια της Ιουδαίας, πέρα από τον Ιορδάνη.
2 Και τον ακολούθησαν πολλά πλήθη· και τους θεράπευσε εκεί.
3 Και ήρθαν σ’ αυτόν οι Φαρισαίοι, πειράζοντάς τον, και λέγοντάς του: Επιτρέπεται στον άνθρωπο να χωρίσει τη γυναίκα του για κάθε αιτία;
4 Και αποκρινόμενος αυτός είπε: Δεν διαβάσατε ότι εκείνος που τους έπλασε απαρχής, αρσενικό και θηλυκό τούς έπλασε;
5 Και είπε: «Εξαιτίας αυτού, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα και τη μητέρα, και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του, και θα είναι οι δύο σε μία σάρκα»;
6 Ώστε, δεν είναι πλέον δύο, αλλά μία σάρκα. Εκείνο, λοιπόν, που ο Θεός συνένωσε, άνθρωπος ας μη χωρίζει.
7 Του λένε: Γιατί, λοιπόν, ο Μωυσής πρόσταξε να δώσει έγγραφο διαζυγίου, και να τη χωρίσει;
8 Τους λέει: Επειδή, ο Μωυσής εξαιτίας τής σκληροκαρδίας σας επέτρεψε να χωρίζεστε τις γυναίκες σας· απαρχής, όμως, δεν είχε γίνει έτσι.
9 Σας λέω δε ότι, όποιος χωρίσει τη γυναίκα του, εκτός για λόγον πορνείας, και νυμφευθεί άλλη, γίνεται μοιχός· και όποιος νυμφευθεί χωρισμένη γυναίκα, γίνεται μοιχός.
10 Του λένε οι μαθητές του: Αν έτσι έχει η υποχρέωση του άνδρα απέναντι στη γυναίκα, δεν συμφέρει να νυμφευθεί.
11 Και εκείνος τούς είπε: Δεν μπορούν όλοι να δεχθούν αυτό τον λόγο, αλλά σε όσους είναι δοσμένο.
12 Επειδή, υπάρχουν ευνούχοι, που γεννήθηκαν έτσι από την κοιλιά τής μητέρας τους· και υπάρχουν ευνούχοι, που ευνουχίστηκαν από τους ανθρώπους· και υπάρχουν ευνούχοι, που ευνούχισαν τον εαυτό τους για τη βασιλεία των ουρανών. Όποιος μπορεί να το δεχθεί, ας τ
13 Τότε φέρθηκαν σ’ αυτόν παιδάκια, για να επιθέσει τα χέρια επάνω τους και να προσευχηθεί· αλλά, οι μαθητές τά επέπληξαν.
14 Ο Ιησούς, όμως, είπε: Αφήστε τα παιδάκια, και μη τα εμποδίζετε νάρθουν σε μένα· επειδή, για τέτοιους είναι η βασιλεία των ουρανών.
15 Και αφού έβαλε επάνω τους τα χέρια, αναχώρησε.
16 Και ξάφνου, πλησιάζοντας κάποιος τού είπε: Δάσκαλε αγαθέ, τι καλό να πράξω για να έχω αιώνια ζωή;
17 Και εκείνος τού είπε: Τι με λες αγαθό; Δεν υπάρχει κανένας αγαθός, παρά μονάχα ένας, ο Θεός. Αλλά, αν θέλεις να μπεις μέσα στη ζωή, φύλαξε τις εντολές.
18 Του λέει: Ποιες; Και ο Ιησούς είπε: Το «Μη φονεύσεις· Μη μοιχεύσεις· Μη κλέψεις· Μη ψευδομαρτυρήσεις.
19 Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα»· και: «Θα αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου».
20 Του λέει ο νεανίσκος: Όλα αυτά τα φύλαξα από τη νιότη μου· τι μου λείπει ακόμα;
21 Του είπε ο Ιησούς: Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου, και δώσ’ τα στους φτωχούς· και θάχεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα, ακολούθα με.
22 Ακούγοντας δε ο νεανίσκος τον λόγο, αναχώρησε λυπούμενος· επειδή, είχε πολλά κτήματα.
23 Και ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: Σας διαβεβαιώνω ότι, δύσκολα ένας πλούσιος θα μπει μέσα στη βασιλεία των ουρανών.
24 Και σας ξαναλέω: Ευκολότερο είναι να περάσει μια καμήλα από βελονότρυπα, παρά ένας πλούσιος να μπει μέσα στη βασιλεία τού Θεού.
25 Και όταν το άκουσαν οι μαθητές του, εκπλήττονταν υπερβολικά, λέγοντας: Ποιος μπορεί, λοιπόν, να σωθεί;
26 Και ο Ιησούς, καθώς τους κοίταξε καλά, τους είπε: Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατον, για τον Θεό, όμως, όλα είναι δυνατά.
27 Τότε, αποκρινόμενος ο Πέτρος, είπε σ’ αυτούς: Δες, εμείς τα αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε· τι θα είναι, λοιπόν, σε μας;
28 Και ο Ιησούς τους είπε: Σας διαβεβαιώνω, ότι εσείς που με ακολουθήσατε, κατά την παλιγγενεσία, όταν ο Υιός τού ανθρώπου καθήσει επάνω στον θρόνο τής δόξας του, θα καθήσετε κι εσείς επάνω σε δώδεκα θρόνους για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές τού Ισραήλ.
29 Και κάθε ένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια, εξαιτίας τού ονόματός μου, θα πάρει 100 φορές περισσότερα, και θα κληρονομήσει αιώνια ζωή.
30 Πολλοί, όμως, πρώτοι θα είναι τελευταίοι, και τελευταίοι πρώτοι.
Λευιτικόν 18 : 19 – 23
19 Και δεν θα πλησιάσεις σε γυναίκα, στον καιρό του αποχωρισμού για την ακαθαρσία της, ώστε να ξεσκεπάσεις τη γυμνότητά της.
20 Και με τη γυναίκα τού πλησίον σου δεν θα συνευρεθείς, ώστε να μολυνθείς μαζί της.
21 Και δεν θα αφήσεις κάποιον από το σπέρμα σου να περάσει μέσα από τη φωτιά στον Μολόχ, και δεν θα βεβηλώσεις το όνομα του Θεού σου. Εγώ είμαι ο Κύριος.
22 Και με άρρενα δεν θα συνευρεθείς, όπως με γυναίκα· είναι βδέλυγμα.
23 Ούτε θα συνευρεθείς με οποιοδήποτε κτήνος, ώστε να μολυνθείς μαζί του· ούτε γυναίκα θα σταθεί μπροστά σε κτήνος, για να βατευτεί· είναι βέβηλο.
Ιεζεκιήλ 16 : 49 – 50
49 Δες, αυτή ήταν η ανομία τής αδελφής σου, των Σοδόμων, υπερηφάνεια, περίσσεια από ψωμί, και αφθονία τρυφηλότητας, της ίδιας και των θυγατέρων της· όμως, τον φτωχό κι αυτόν που είχε ανάγκη δεν τον βοηθούσε·
50 και υψώνονταν, και έπρατταν βδελυρά πράγματα μπροστά μου· γι’ αυτό, καθώς τα είδα αυτά, τις αφάνισα.
Leave a Reply