Αυτά είναι τα εδάφια της Βίβλου για τα οποία μιλάνε διαχείριση χρόνου
Προς Εφεσίους 5 : 15 – 17
15 Προσέχετε, λοιπόν, πώς να περπατάτε ακριβώς· όχι ως άσοφοι, αλλά ως σοφοί,
16 εξαγοραζόμενοι τον καιρό, επειδή οι ημέρες είναι πονηρές.
17 Γι’ αυτό, μη γίνεστε άφρονες, αλλά να καταλαβαίνετε τι είναι το θέλημα του Κυρίου.
Ψαλμοί 90 : 12
12 Δίδαξέ μας να μετράμε έτσι τις ημέρες μας, ώστε να προσκολλούμε τις καρδιές μας στη σοφία.
Εκκλησιαστής 3 : 8
8 καιρός να αγαπήσει, και καιρός να μισήσει· καιρός πολέμου, και καιρός ειρήνης.
Κατά Λουκάν 14 : 28
28 Επειδή, ποιος από σας, θέλοντας να κτίσει έναν πύργο, δεν κάθεται πρώτα και λογαριάζει τη δαπάνη, αν έχει τα αναγκαία για να τον αποτελειώσει;
Προς Κολοσσαείς 4 : 5
5 Περπατάτε με φρόνηση προς τους έξω, εξαγοραζόμενοι τον καιρό.
Κατά Ματθαίον 6 : 33
33 Αλλά, ζητάτε πρώτα τη βασιλεία τού Θεού, και τη δικαιοσύνη του· και όλα αυτά θα σας προστεθούν.
Επιστολή Ιακώβου 4 : 13 – 17
13 Ελάτε, τώρα, εσείς που λέτε: Σήμερα ή αύριο θα πάμε σ’ αυτή την πόλη, και θα κάνουμε εκεί έναν χρόνο, και θα εμπορευτούμε και θα κερδίσουμε·
14 οι οποίοι δεν ξέρετε το τι θα συμβεί αύριο· επειδή, ποια είναι η ζωή σας; Είναι, πραγματικά, ατμός που φαίνεται για λίγο, και έπειτα εξαφανίζεται·
15 αντί να λέτε: Αν ο Κύριος θελήσει, και ζήσουμε, θα κάνουμε τούτο ή εκείνο.
16 Τώρα, όμως, καυχάστε στις αλαζονείες σας· κάθε τέτοια καύχηση είναι κακή.
17 Σ’ αυτόν, λοιπόν, που ξέρει να κάνει το καλό, και δεν το κάνει, σ’ αυτόν είναι αμαρτία.
Ψαλμοί 39 : 4 – 5
4 Κάνε μου γνωστό, Κύριε, το τέλος μου, και τον αριθμό των ημερών μου, ποιος είναι, για να γνωρίσω πόσο ακόμα θα ζήσω.
5 Δες, έκανες τις ημέρες μου ένα μέτρο σπιθαμής, και ο καιρός τής ζωής μου είναι σαν ένα τίποτε μπροστά σου· στ’ αλήθεια, κάθε άνθρωπος, παρόλο που είναι στερεός, είναι πέρα για πέρα ματαιότητα. (Διάψαλμα).
Παροιμίαι 16 : 9
9 Η καρδιά τού ανθρώπου σχεδιάζει τον δρόμο του· όμως, ο Κύριος κατευθύνει τα βήματά του.
Παροιμίαι 3 : 9
9 Τίμα τον Κύριο από τα υπάρχοντά σου, και από τις απαρχές όλων των γεννημάτων σου·
Κατά Ματθαίον 24 : 36
36 Για την ημέρα εκείνη, όμως, και την ώρα, δεν γνωρίζει κανένας, ούτε οι άγγελοι των ουρανών, παρά ο Πατέρας μου, μόνος.
Κατά Ματθαίον 25 : 1 – 46
1 Τότε, η βασιλεία των ουρανών θα είναι όμοια με δέκα παρθένες, οι οποίες, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, βγήκαν σε συνάντηση του νυμφίου.
2 Όμως, απ’ αυτές πέντε ήσαν φρόνιμες, και πέντε μωρές.
3 Οι οποίες μωρές, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, δεν πήραν μαζί τους λάδι·
4 οι φρόνιμες, όμως, πήραν λάδι στα δοχεία τους μαζί με τα λυχνάρια τους.
5 Και επειδή ο νυμφίος καθυστερούσε, νύσταξαν όλες και κοιμόνταν.
6 Στο μέσον, όμως, της νύχτας έγινε μια κραυγή: Να! ο νυμφίος έρχεται· βγείτε έξω σε συνάντησή του.
7 Τότε, σηκώθηκαν όλες εκείνες οι παρθένες, και ετοίμασαν τα λυχνάρια τους.
8 Και οι μωρές είπαν στις φρόνιμες: Δώστε μας από το λάδι σας· επειδή, τα λυχνάρια μας σβήνουν.
9 Και οι φρόνιμες απάντησαν, λέγοντας: Μήπως και δεν φτάσει για μας και για σας· γι’ αυτό, καλύτερα πηγαίνετε σ’ αυτούς που πουλάνε, κι αγοράστε για τον εαυτό σας.
10 Και ενώ έφευγαν για να αγοράσουν, ήρθε ο νυμφίος· και οι έτοιμες μπήκαν μαζί του μέσα στους γάμους, και η θύρα κλείστηκε.
11 Και ύστερα, έρχονται και οι υπόλοιπες παρθένες, λέγοντας: Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας.
12 Και εκείνος απαντώντας είπε: Σας διαβεβαιώνω, δεν σας γνωρίζω.
13 Αγρυπνείτε, λοιπόν, επειδή δεν ξέρετε την ημέρα ούτε την ώρα, κατά την οποία έρχεται ο Υιός τού ανθρώπου.
14 Επειδή, θάρθει σαν ένας άνθρωπος ο οποίος, προκειμένου να αποδημήσει, κάλεσε τους δούλους του, και τους παρέδωσε τα υπάρχοντά του·
15 και σε έναν μεν έδωσε πέντε τάλαντα, σε άλλον δε δύο, και σε άλλον ένα· σε κάθε έναν σύμφωνα με τη δική του ικανότητα· κι αμέσως αποδήμησε.
16 Εκείνος δε που πήρε τα πέντε τάλαντα πήγε, και δουλεύοντας μ’ αυτά, έκανε άλλα πέντε τάλαντα.
17 Το ίδιο και εκείνος που πήρε τα δύο, κέρδησε κι αυτός άλλα δύο.
18 Εκείνος δε που πήρε το ένα, πήγε και έσκαψε στη γη, και έκρυψε το ασήμι τού κυρίου του.
19 Και μετά από πολύ καιρό έρχεται ο κύριος εκείνων των δούλων, και κάνει λογαριασμό μαζί τους.
20 Και όταν ήρθε αυτός που πήρε τα πέντε τάλαντα, παρουσίασε άλλα πέντε τάλαντα, λέγοντας: Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες· δες, με βάση αυτά κέρδησα άλλα πέντε τάλαντα.
21 Και ο κύριός του είπε σ’ αυτόν: Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω· μπες μέσα στη χαρά τού κυρίου σου.
22 Και καθώς ήρθε κοντά και εκείνος που πήρε τα δύο τάλαντα, είπε: Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες· δες, με βάση αυτά κέρδησα άλλα δύο τάλαντα.
23 Και ο κύριός του είπε σ’ αυτόν: Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω· μπες μέσα στη χαρά τού κυρίου σου.
24 Και καθώς ήρθε κοντά και εκείνος που πήρε το ένα τάλαντο, είπε: Κύριε, σε γνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, θερίζοντας όπου δεν έσπειρες, και μαζεύοντας απ’ όπου δεν διασκόρπισες·
25 και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη· δες, έχεις το δικό σου.
26 Και ο κύριός του, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Πονηρέ δούλε και οκνηρέ, ήξερες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα, και μαζεύω απ’ όπου δεν διασκόρπισα·
27 έπρεπε, λοιπόν, να βάλεις το ασήμι μου στους τραπεζίτες· και όταν ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα το δικό μου μαζί με τόκο.
28 Πάρτε, λοιπόν, απ’ αυτόν το τάλαντο, και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα.
29 Επειδή, σε όποιον έχει, θα δοθεί, και θα του περισσεύσει· και απ’ αυτόν που δεν έχει, και εκείνο που έχει, θα αφαιρεθεί απ’ αυτόν.
30 Και τον αχρείο δούλο ρίξτε τον στο εξώτερο σκοτάδι· εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών.
31 Και όταν έρθει ο Υιός τού ανθρώπου μέσα στη δόξα του, και όλοι οι άγιοι άγγελοι μαζί του, τότε θα καθήσει επάνω στον θρόνο τής δόξας του.
32 Και μπροστά του θα συγκεντρωθούν όλα τα έθνη· και θα τους χωρίσει από αναμεταξύ τους, όπως ο ποιμένας χωρίζει τα πρόβατα από τα ερίφια.
33 Και τα μεν πρόβατα θα τα στήσει από τα δεξιά του, ενώ τα ερίφια από τα αριστερά.
34 Τότε, ο βασιλιάς θα πει σ’ αυτούς που θα είναι από τα δεξιά του: Ελάτε, οι ευλογημένοι τού Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία, που είναι ετοιμασμένη σε σας από τη δημιουργία τού κόσμου·
35 επειδή, πείνασα, και μου δώσατε να φάω· δίψασα και μου δώσατε να πιω· ξένος ήμουν, και με φιλοξενήσατε·
36 γυμνός ήμουν, και με ντύσατε· ασθένησα, και με επισκεφθήκατε· σε φυλακή ήμουν, και ήρθατε σε μένα.
37 Τότε, οι δίκαιοι θα του απαντήσουν, λέγοντας: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς, και σε θρέψαμε; Ή, να διψάς, και σου δώσαμε να πιεις;
38 Και πότε σε είδαμε ξένον, και σε φιλοξενήσαμε; Ή, γυμνόν, και σε ντύσαμε;
39 Και πότε σε είδαμε ασθενή ή σε φυλακή, και ήρθαμε σε σένα;
40 Και απαντώντας ο βασιλιάς, θα τους πει: Σας διαβεβαιώνω, καθόσον το αυτό κάνατε σε έναν από τούτους τούς ελάχιστους αδελφούς μου, το κάνατε σε μένα.
41 Τότε, θα πει και σ’ εκείνους που θα είναι από τα αριστερά: Πηγαίνετε από μένα, οι καταραμένοι, στην αιώνια φωτιά, που είναι ετοιμασμένη για τον διάβολο και για τους αγγέλους του.
42 Επειδή, πείνασα, και δεν μου δώσατε να φάω· δίψασα και δεν μου δώσατε να πιω·
43 ξένος ήμουν, και δεν με φιλοξενήσατε· γυμνός, και δεν με ντύσατε· ασθενής και σε φυλακή, και δεν με επισκεφθήκατε.
44 Τότε, θα του απαντήσουν κι αυτοί, λέγοντας: Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή σε φυλακή, και δεν σε υπηρετήσαμε;
45 Τότε, θα τους απαντήσει, λέγοντας: Σας διαβεβαιώνω, καθόσον δεν το κάνατε αυτό σε έναν από τούτους τούς ελάχιστους, δεν το κάνατε ούτε σε μένα.
46 Και θα αποχωρήσουν, αυτοί μεν σε αιώνια κόλαση· ενώ οι δίκαιοι σε αιώνια ζωή.
Ψαλμοί 31 : 14 – 15
14 Αλλά, εγώ, Κύριε, έλπισα σε σένα· είπα: Εσύ είσαι ο Θεός μου.
15 Στα χέρια σου είναι οι καιροί μου· λύτρωσέ με από τα χέρια των εχθρών μου, και από εκείνους που με καταδιώκουν.
Επιστολή Πέτρου Β’ 3 : 8 – 14
8 Όμως, αυτό το ένα ας μη σας διαφεύγει, αγαπητοί, ότι στον Κύριο μία ημέρα είναι σαν 1.000 χρόνια, και 1.000 χρόνια σαν μία ημέρα.
9 Δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσή του, όπως μερικοί το θεωρούν αυτό βραδύτητα· αλλά μακροθυμεί σε μας, μη θέλοντας μερικοί να απολεστούν, αλλά όλοι νάρθουν σε μετάνοια.
10 Θάρθει, όμως, η ημέρα τού Κυρίου, σαν κλέφτης μέσα στη νύχτα· κατά την οποία οι ουρανοί θα παρέλθουν με ορμητικόν συριστό ήχο, και τα στοιχεία, καθώς θα καίγονται, θα διαλυθούν, και η γη, και τα έργα που βρίσκονται σ’ αυτή, θα κατακαούν.
11 Επειδή, λοιπόν, όλα αυτά διαλύονται, ποιοι πρέπει να είστε εσείς σε άγια διαγωγή και ευσέβεια,
12 προσμένοντας και σπεύδοντας στην παρουσία τής ημέρας τού Θεού, κατά την οποία οι ουρανοί, καθώς θα φλέγονται, θα διαλυθούν, και τα στοιχεία, ενώ θα καίγονται, θα χωνευτούν;
13 Όμως, σύμφωνα με την υπόσχεσή του, καινούργιους ουρανούς και καινούργια γη προσμένουμε, στους οποίους δικαιοσύνη κατοικεί.
14 Γι’ αυτό, αγαπητοί, ενώ τα προσμένουμε αυτά, επιμεληθείτε να βρεθείτε μπροστά του με ειρήνη, χωρίς κηλίδα και χωρίς ψεγάδι .
Κατά Ιωάννην 9 : 4
4 Εγώ πρέπει να εργάζομαι τα έργα εκείνου που με απέστειλε, όσο είναι ημέρα· έρχεται νύχτα, οπότε κανένας δεν μπορεί να εργάζεται.
Πράξεις Αποστόλων 1 : 7 – 8
7 Και τους είπε: Δεν ανήκει σε σας να γνωρίζετε τα χρόνια ή τους καιρούς, που ο Πατέρας έβαλε στη δική του εξουσία·
8 αλλά, θα πάρετε δύναμη, όταν έρθει επάνω σας το Άγιο Πνεύμα· και θα είστε μάρτυρες για μένα και στην Ιερουσαλήμ και σε ολόκληρη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια, και μέχρι το τελευταίο άκρο τής γης.
Leave a Reply